Ορισμένοι από τους λόγους που δεν αισθάνεστε καλά, ή που μπορεί και να νιώθετε χειρότερα με την υποκατάσταση θυρεοειδικών ορμονών, μπορεί να είναι οι ακόλουθοι:
Η δόση της θυροξίνης σας μπορεί να μην είναι σωστη. Αυτό σίγουρα ισχύει όταν οι εξετάσεις της θυρεοειδικής λειτουργίας είναι εκτός των φυσιολογικών ορίων. Όμως, σε κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις, ακόμα και αν οι εξετάσεις φαίνονται φυσιολογικές, η δόση υπάρχει ακόμα περίπτωση να χρειαστεί να προσαρμοστεί. Παραδείγματος χάρην, τα προτεινόμενα φυσιολογικά όρια για την TSH είναι διαφορετικά στις εγκύους, στις γυναίκες με υπογονιμότητα, στους υπερήλικες, στους ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο, στους ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς, στους ασθενείς με κεντρικό υποθυρεοειδισμό, κ.ά.
Η ίδια η διάγνωση του υποθυρεοειδισμού μπορεί να είναι λανθασμένη. Έρευνες έχουν δείξει ότι έως και 1 στους 3 ασθενείς που λαμβάνει θεραπεία με θυρορμόνη δεν έχει αληθή υποθυρεοειδισμό, και η θεραπεία τους με θυρορμόνη μπορεί να διακοπεί επιτυχώς.
Μπορεί να έχετε μία πρόσθετη αδιάγνωστη ταυτόχρονη ασθένεια, η οποία έχει συμπτώματα που αλληλεπικαλύπτονται με τα συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού.
Ειδικοί πληθυσμοί:
Η προσέγγισή μας στη θυρεοειδίτιδα Hashimoto και στον υποθυρεοειδισμό είναι διαφορετική στις γυναίκες που κυοφορούν, και στις γυναίκες με υπογονιμότητα, καθώς και οι δύο αυτές παθήσεις του θυρεοειδούς μπορούν ανεξάρτητα η μία από την άλλη να επηρεάσουν την εγκυμοσύνη και τη γονιμότητα. Ανάλογα με την κλινική περίπτωση, διαφορετικές προσεγγίσεις χρησιμοποιούνται για την έναρξη της θυροξίνης, και την προσαρμογή της δοσολογίας της θυροξίνης. Είναι πολύ σημαντικό να σημειώσουμε ότι οι εγκυμονούσες γυναίκες που έχουν υποθυρεοειδισμό συνήθως χρειάζονται άμεση προσαρμογή της δόσης της θυροξίνης με το που ανακαλύψουν ότι είναι έγκυες, καθώς έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις θυρεοειδικών ορμονών σε σύγκριση με τις βασικές τους απαιτήσεις θυρεοειδικών ορμονών πριν την εγκυμοσύνη. Οι έγκυες γυναίκες χρειάζονται επίσης πολύ συχνή εργαστηριακή παρακολούθηση με αυστηρό έλεγχο των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών, ξεκινώντας αμέσως με το που μαθαίνουν ότι είναι έγκυες, έτσι ώστε να αποφύγουν επιπλοκές της κύησης που σχετίζονται με τον υποθυρεοειδισμό, όπως η προεκλαμψία, ο πρόωρος τοκετός, η αποβολή, το χαμηλό βάρος γέννησης, η δυσμενής επίδραση στην εμβρυϊκή νευρογνωστική ανάπτυξη, κ.ά. Οπότε, η στενή παρακολούθηση και θεραπεία από έναν ενδοκρινολόγο είναι υψίστης σημασίας.